ΛΑΚΗΣ
ΛΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

 

«Ακόμα και τα φίδια, έχω
αρχίσει να τα συμπονώ»

 

Μικρός ήταν “ο πιο φοβισμένος άνθρωπος στον κόσμο”. Σήμερα κάνει τη πιο δημοφιλή εκπομπή της τηλεόρασης. Άλλοι τον λατρεύουν, άλλοι τον κατηγορούν για λαϊκισμό και άλλοι φωτογραφίζονται δίπλα του μόνο και μόνο για τα νούμερα που κάνει.
 

Ήσουν ευτυχισμένος σαν παιδί στη Λάρισα;
Ναι.
Δεν ένιωσες ποτέ στερημένος;
Όχι. Ήμουν σε μια μεσαία οικογένεια, υπήρχε ο μισθός του πατέρα, υπήρχε η γειτονιά. Αυτά μας φτάνανε, δεν είχαμε και πολλές απαιτήσεις τότε.
Τι έκανες όταν έβγαινες;
Βγαίναμε όλα τα παιδιά στην Κούμα, έναν δρόμο στη Λάρισα, και κάναμε βόλτες πάνω-κάτω. Αυτό ήταν όλο. Το πολύ να πηγαίναμε κανένα κινηματογράφο ή καμιά ντισκοτέκ που ήταν πολύ φτηνά.
Έχεις κρατήσει φίλους από τότε;
Έναν-δύο. Υπάρχει ένας που είμαστε από την Α’ Δημοτικού μαζί.
Πότε του μίλησες τελευταία φορά;
Πριν λίγο.  
Σε πρόδωσαν ποτέ οι φίλοι σου;
Τι πάει να πει «με πρόδωσαν»;
Πάει να πει ότι δεν ήταν μάγκες τη δύσκολη στιγμή.
Α, ναι. Τέτοιοι υπήρξαν στη ζωή μου. Αλλά αυτοί δεν ήταν μάγκες πουθενά.
Τι σου άφησε το Λύκειο, ή μάλλον το Γυμνάσιο που είχατε εσείς τότε;
Μου άφησε έναν καθηγητή, τον κύριο Παρασκευά, φιλόλογο. Με έκανε να αγαπήσω τα ελληνικά. Ενδιαφέρθηκε προσωπικά να μάθω καλά αρχαία.
Ειδικά εσύ; Γιατί;
Γιατί ήξερε ότι μου αρέσουν. Κι όταν ο πατέρας μου με έγραψε στο Πρακτικό Γυμνάσιο που εκεί δεν κάνουν πολλά Αρχαία, αυτός ζήτησε να κάνει μάθημα στη δική μου τάξη για να με έχει μαθητή. Χάρη σε αυτόν πέρασα Νομική. Χάρη σε αυτόν έμαθα πολύ καλό συντακτικό, το οποίο έπαιξε μεγάλο ρόλο στη διαδρομή μου.
Του τα έχεις πει του κυρίου Παρασκευά αυτά;
Τα ξέρει. Από τότε τα ήξερε. Μου είχε αναθέσει κάτι πολύ ασυνήθιστο. Όλοι οι καθηγητές τότε είχαν ένα
καταλογάκι που έγραφαν τους βαθμούς. Όταν το άνοιγαν για να εξετάσουν, οι μαθητές πάθαιναν συγκοπή. Αυτός λοιπόν έβαζε το καταλογάκι σε μια τσάντα, αλλά επειδή έπρεπε να πάει μετά κάπου αλλού, αποφάσισε να δίνει την τσάντα του σε έναν μαθητή να του την πηγαίνει σπίτι. Ο μαθητής που διάλεξε ήμουν εγώ –κι ας μην ήμουν ούτε ο απουσιολόγος, ούτε ο καλύτερος μαθητής. Όπως καταλαβαίνεις, είχε πέσει πάνω μου όλο το σχολείο για να τους πω τους βαθμούς. Ειδικά ο διπλανός μου στο θρανίο, ο οποίος κινδύνευε να μείνει, με είχε φάει να ανοίξω τον κατάλογο.
Τον άνοιξες;
Ποτέ. Δεν μπορώ να προδώσω την εμπιστοσύνη ενός ανθρώπου.
Τον εαυτό σου τον πρόδωσες ποτέ; Ή ήσουν μάγκας πάντα;
Ήμουν μάγκας πάντα. Απ’ τα 20 μου χρόνια που πήρα μέσα μου κάποιες αποφάσεις, ήμουν μάγκας. Μέχρι τότε ήμουν ο πιο φοβισμένος άνθρωπος στον κόσμο. Δε μιλούσα, δεν ήμουν ανοιχτός, δε συμμετείχα σε γιορτές, ήμουν μόνος ακόμα και όταν έπαιζα με τ’ άλλα παιδιά. Μου άρεσε να φεύγω και να απομονώνομαι. Ακόμα και τώρα το κάνω αυτό.
Είναι μια άμυνα;
Πες ότι είναι μια άμυνα… Κακό είναι;
Έλεγες και ψέματα;
Όχι. Φρόντιζα να είμαι τόσο αθόρυβος που να μη χρειάζεται να με ρωτήσουν κάτι και ν’ αναγκαστώ να πω ψέματα.
Δηλαδή;
Θα σου πω μια ιστορία για να καταλάβεις. Η πρώτη δουλειά που έκανα ήταν στα 15 μου στο φωτοτυπείο του νονού μου.

Τα φωτοτυπεία τότε ήταν λίγα, γινόταν πανικός. Έπρεπε να πηγαίνω κάθε πρωί στη Νομαρχία να χτυπάω όλες τις πόρτες και να ρωτάω: «Μήπως θέλετε να σας βγάλω τίποτα φωτοτυπίες;». Ε, αυτό δεν μπορούσα να το κάνω. Ντρεπόμουν να ζητήσω από κάποιον κάτι.
Οπότε;
Οπότε πήγαινα στη Νομαρχία, χτύπαγα όλες τις πόρτες, αλλά τις χτύπαγα τόσο σιγά που δε μου άνοιγε κανείς. Μετά πήγαινα στον νονό μου και του έλεγα: «Δεν άνοιξε κανείς». Την αλήθεια έλεγα!
Δε σε απέλυσε ο νονός σου;
Προσπαθούσε να με κάνει να καταλάβω ότι πρέπει να χτυπάω την πόρτα δυνατά. Εγώ αυτό το πράγμα δεν το έμαθα ποτέ στη ζωή μου: να χτυπάω μια πόρτα και να ζητάω κάτι. Ούτε τώρα μπορώ να το κάνω. Μπορώ να ζητήσω οτιδήποτε για οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο, αλλά δεν μπορώ να ζητήσω τίποτα για μένα.
Για ποιο λόγο; Δε θέλεις να υποχρεωθείς;
Όχι, απλά δεν αισθάνομαι καλά. Και ο πατέρας μου ήταν έτσι.
Τι φοβίες είχες τότε;
Νομίζω ότι αν καθίσω να καταγράψω τις φοβίες που είχα από τότε που ξεκίνησα να ζω, θα ξημερωθούμε. Σχεδόν όλες τις έχω περάσει!
Πες μία.
Δεν μπορούσα να μένω μόνος στο σπίτι. Με τίποτα. Έπρεπε να υπάρχει κάποιος. Η μαμά, η γιαγιά, κάποιος.
Την έχεις ακόμα αυτή τη φοβία;
(διστακτικά) Όχι.

Σίγουρα;
Ε, σ’ ένα μεγάλο σπίτι, αν βρεθώ μόνος, δεν μπορώ να πω ότι είναι και το καλύτερό μου! (γέλια)
Στα 20 σου τι συνέβη και σταμάτησες να είσαι φοβισμένος;
Ήμουν στο πανεπιστήμιο στην Κομοτηνή. Και μια μέρα βγαίνοντας απ’ το κτίριο είδα μια ανακοίνωση: «Αφιέρωμα στον Ρίτσο: όσοι φοιτητές θέλουν να απαγγείλουν ποιήματα, να δηλώσουν συμμετοχή». Και όπως απομακρύνομαι, δεν ξέρω τι έγινε εκείνη τη στιγμή μες στο κεφάλι μου και λέω «Αφού θες να γίνεις ηθοποιός, αφού αυτό έχεις αποφασίσει! Γιατί δε δοκιμάζεις;». Κάνω επί τόπου μεταβολή, ξαναμπαίνω μέσα και δηλώνω συμμετοχή. Το βράδυ εκείνο που έγινε η απαγγελία ήμουν ένας άλλος άνθρωπος. Το είδαν οι συμφοιτητές μου, το είδα κι εγώ στα μάτια τους.
Πότε αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός;
Αυτό το ξέρω από 6 χρονών.
Το είχες πει σε κανέναν μέχρι τα 20;
Όχι, σε κανέναν.
Το πρώτο σου φιλί το θυμάσαι;
Ασφαλώς. Έναν χρόνο βασανίστηκα για να το πάρω.
Τι τάξη ήσουν;
Α’ Γυμνασίου.
Πώς τη λέγανε;
Πόπη.
Και τι σου ‘χει μείνει;
Η λαχτάρα. Έβγαινα έξω απ’ το σπίτι και καθόμουν στα σκαλοπάτια μόνο και μόνο για να τη δω να περνάει.

«Φυσικά ασχολούμαι με την Μπεζεντάκου. Εγώ δεν είμαι ο εστέτ καλλιτέχνης, ο νερόβραστος, που λέει ''θα ασχοληθώ μόνο με τους σοβαρούς''. Μου θυμίζει αυτές τις κυρίες, οι οποίες σε λίγο δε θα χέζουν για να μην μπουν στην τουαλέτα».

Σεξ έκανες πριν τα 18;
Ασφαλώς. Μη με ρωτήσετε όμως περισσότερα, αυτά είναι δικά μου.
Στο φλερτ ήσουν καλός;
Όλοι ήμασταν τότε καλοί στο φλερτ.
Εσύ όμως δε χτύπαγες εύκολα πόρτες...
Στο φλερτ δε χρειάζονται λόγια. Άσε που όταν ερωτεύεσαι μπαίνουν στο στόμα σου λόγια που δεν είναι δικά σου. Αρχίζεις και βρίσκεις καινούρια λόγια που να ανταποκρίνονται στην εικόνα που έχει ο άλλος για σένα.
Έτσι όμως δεν δημιουργούνται και τα προβλήματα; Όταν αρχίζεις να υπηρετείς την εικόνα του άλλου;
Ασφαλώς.
Με την επιτυχία νιώθεις κάτι ανάλογο; Νιώθεις ότι πρέπει να ανταποκριθείς σε μια εικόνα που έχει ο κόσμος για σένα; 
Μα δεν την ξέρω αυτή την εικόνα. Και δεν είναι μία, είναι χιλιάδες. Ο καθένας φορτώνει σε ένα δημόσιο πρόσωπο δικά του πράγματα. Μπορεί, ας πούμε, κάποιος που είναι σπινταριστός επειδή παίρνει ναρκωτικά να θεωρεί ότι κι εγώ είμαι σπινταριστός. Σου λέει «για να είναι ο Λαζόπουλος σε τέτοια ένταση, δεν μπορεί, κάτι παίρνει». Δεν το λένε αυτό για μένα; Το λένε.
Έχεις πάρει ναρκωτικά;
Ποτέ! Αυτό δε σημαίνει ότι κατακρίνω κάποιον που παίρνει. Είναι προσωπική υπόθεση του καθενός. Το ότι εγώ δεν παίρνω δε σημαίνει ότι είμαι πιο έξυπνος ή πιο καλός ή πιο ηθικός. Απλά δεν είναι μες στον χαρακτήρα μου.
Σε είχε ενοχλήσει αυτή η ιστορία με το κότερο, τον Ψινάκη, τα ναρκωτικά;
Ναι... Αλλά πάνε αυτά, τοποθετήθηκαν στα

συρτάρια του παρελθόντος.
Νιώθεις ότι όλοι αυτοί που σε παρακολουθούν σε αγαπάνε;
Δεν ξέρω. Θα ήθελα να μ’ αγαπάνε. Ξέρω, πάντως, ότι όλα αυτά είναι περαστικά.
Πιστεύεις ότι κάποιοι φωτογραφίζονται δίπλα σου μόνο και μόνο για τα νούμερα που κάνεις;
Κοίτα… Ένα δέντρο μπορεί να το πλησιάσει η βροχή, ο αέρας, το χώμα αλλά και το φίδι.
Νιώθεις ότι σε πλησιάζουν και φίδια;
Ασφαλώς.
Παρόλα αυτά φωτογραφίζεσαι μαζί τους.
Τι να κάνω; Ακόμα και τα φίδια πάντως έχω αρχίσει να τα συμπονώ. Ίσως επειδή μεγαλώνω. Πάντα μου άρεσε μια αιγυπτιακή παροιμία που λέει ότι «στην κορφή της πυραμίδας φτάνεις με δύο τρόπους: είτε πετώντας σαν αετός, είτε έρποντας σαν φίδι». Εγώ σ’ όλη μου τη ζωή αντιπαθούσα τους ανθρώπους που σέρνονται. Προτιμούσα να βλέπω τον αετό που πετάει και έχει αξιοπρέπεια. Ε, με τα χρόνια άρχισα να συμπονώ και το έρμο το φίδι. Τόσο σούρσιμο έφαγε για ν’ ανέβει!
Έχεις μετανιώσει ποτέ για κάτι που είπες στο Αλ Τσαντίρι σατιρίζοντας κάποιον;
Όχι. Αυτά που λέω στο Τσαντίρι τα γράφω από πριν, οπότε προσέχω.
Γιατί επιμένεις σε κάποια ασήμαντα πρόσωπα, όπως η Μπεζεντάκου;  
Καταρχήν, να ξεκαθαρίσουμε ότι η σάτιρα αναφέρεται και σε σημαντικά πρόσωπα και σε ασήμαντα.
Σύμφωνοι. Εμείς ρωτάμε γιατί επιμένεις και όχι γιατί αναφέρεσαι.
Η επιμονή είναι χαρακτηριστικό της σάτιρας. 

Ας το πάρουμε ιστορικά. Όλα τα έργα του Αριστοφάνη, αν τα διαβάσεις στο αρχαίο κείμενο, θα δεις ότι υπάρχουν κάποια πρόσωπα που επανέρχονται.
Υπήρχε και αρχαία Μπεζεντάκου;!
Κάθε κοινωνία έχει πρόσωπα που είναι σημαδούρες μιας ακμής αλλά και μιας παρακμής. Ο σατιρικός συγγραφέας δεν τα ξεχωρίζει αυτά. Εγώ δεν είμαι ο εστέτ καλλιτέχνης, ο νερόβραστος, που λέει «θα ασχοληθώ μόνο με τους σοβαρούς». Μου θυμίζει αυτές τις κυρίες, οι οποίες σε λίγο δε θα χέζουν για να μην μπουν στην τουαλέτα. Εγώ δεν ανήκω σ’ αυτή την κατηγορία. Η σάτιρα αναφέρεται σε όλα. Και ένα από αυτά είναι η Μπεζεντάκου, η κάθε Μπεζεντάκου. Το γεγονός ότι αυτή, ενώ είναι άφωνη, καταφέρνει να είναι κάθε μέρα στα στασίδια της τηλεόρασης είναι ένα θέμα. Γιατί να το προσπεράσω;
Διότι την προβάλλεις κι εσύ και την άλλη μέρα είναι πάλι στα μεσημεριανά. Ουσιαστικά την ξαναφέρνεις στα στασίδια!
Αυτό είναι η δική σας ερμηνεία.
Μα γεγονός είναι, αντικειμενικό. Την άλλη μέρα θα πουν «τι είπε ο Λαζόπουλος για την Μπεζεντάκου» και θα είναι και η Μπεζεντάκου εκεί για να απαντήσει.
Εμένα αυτό που μ’ ενδιαφέρει είναι η εργασία μου. Το τι θα γίνει από κει και πέρα είναι εργασία των αλλωνών.
Η Ντενίση τι εκπροσωπεί;
Εκπροσωπεί τον άνθρωπο ο οποίος είναι για μένα βαθιά ατάλαντος και βγαίνει μόνος του και αυτοδοξάζεται.

Και γιατί επανέρχεσαι συνέχεια σ’ αυτήν;
Μόνη της επανέρχεται. Όταν τα κανάλια δείχνουν επί 15 μέρες την μπομπονιέρα του γάμου της, είναι δυνατόν να μην αντιδράσω; Δεν έχω τίποτα προσωπικό με κανέναν. Σχολιάζω ό,τι βλέπουμε στην τηλεόραση, ό,τι διαβάζουμε κι ό,τι ακούμε. Και αυτή η σάτιρα γίνεται με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο που δεν έχει ξαναγίνει στην Ελλάδα. Μαζεύω όλο αυτό το υλικό, το ενώνω σε ένα και το τυπώνω σαν μια φωτογραφία αυτού που είμαστε σήμερα. Αν πας να βγάλεις μια φωτογραφία στην Ομόνοια, θα δεις μέσα και έναν επιχειρηματία και ένα τζάνκι και μια τραγουδίστρια και έναν μετανάστη… Μη μου ζητάτε να βγάλω απ’ τη φωτογραφία όποιον δε θέλει ο καθένας.
Η σάτιρά σου πιστεύεις ότι θ’ αντέξει στον χρόνο;
Το ελπίζω. Ξέρω ότι παλιά μου κείμενα απ’ το θέατρο, όποτε τυχαίνει να τα ξαναπαίξω, έχουν ακόμα δύναμη.
Η μεγαλύτερη κατηγορία για σένα είναι ότι λαϊκίζεις, ότι κολακεύεις τον κόσμο. Είχες διαβάσει, ας πούμε, τη δήλωση του Κίσινγκερ ότι «Ο ελληνικός λαός είναι ατίθασος και γι’ αυτό πρέπει να τον πλήξουμε βαθιά στον πολιτισμό και στη θρησκεία του, ώστε να μην επικρατήσει». Το ξέρεις ότι αυτή η δήλωση είναι μούφα;
Δε γνωρίζω αν αυτό που λέτε είναι έτσι. Πρώτη φορά το ακούω. Εμένα μου το έστειλε κάποιος, έχω ανθρώπους στην εκπομπή που το διασταυρώσανε και μου είπαν ότι είναι οκ. Έτσι κι εγώ το είπα.

Πιστεύεις ότι οι Έλληνες είναι ρατσιστές;
Αρκετά.
Το ‘χεις πει ποτέ στην εκπομπή σου;
Δεν παρακολουθείς τις εκπομπές μου, φαίνεται!
Είσαι πλούσιος;
Όχι.
Πολύς κόσμος πιστεύει ότι έχεις βγάλει πολλά λεφτά.
Ας πιστεύει ό,τι θέλει.
Αν σταμάταγες να δουλεύεις τώρα, θα ‘χες λύσει το οικονομικό σου πρόβλημα για την υπόλοιπη ζωή σου;
Όχι βέβαια. Αλλά σε τι αφορά εσένα αυτό;
Το να ζεις άνετα δε σε δυσκολεύει να καταλαβαίνεις τη φτώχεια των άλλων και να μιλάς γι’ αυτή;
Όχι, όχι, μη φοβάσαι, μην ανησυχείς καθόλου. Έχω πίσω μου μια καταγωγή και μια πορεία.
Σου έχει ζητήσει ποτέ κάποιο κανάλι να μην ασχοληθείς με ένα θέμα;
Όχι, κανείς δεν παρεμβαίνει. Είναι γραμμένο στο συμβόλαιό μου.
Σε έχει απειλήσει ποτέ κάποιος να μην πεις κάτι στην εκπομπή;
Πολλές φορές.
Πολιτικός; Επιχειρηματίας; Τι;
Δεν πρόκειται να πω.
Οι απειλές φτάνουν και στη σωματική σου ακεραιότητα;
Ασφαλώς.
Και δε φοβάσαι;
Δε νιώθω ότι πρέπει να φοβηθώ.

Σε οδήγησε ποτέ σε αυτολογοκρισία αυτό;
Όχι.
Στο αντίθετο; Στο να αυξήσεις τη σάτιρα σε αυτό το πρόσωπο;
Σε αυτό ναι, με οδήγησε.
Η κόρη σου τα ξέρει αυτά;
Όχι, αυτά είναι δικά μου.
Ήταν! Θα τα μάθει τώρα! (γέλια) ...Τι κάνεις όταν νευριάζεις;
Βάζω ένα όριο στον εαυτό μου μέχρι πού θα πάνε τα νεύρα μου. Λέω μέσα μου «Φώναξε όσο θες, αλλά για τρία λεπτά. Στα τρία λεπτά σταματάς».
Βρίζεις;
Όχι, δε βρίζω ποτέ.
Έχεις χτυπήσει ποτέ άνθρωπο;
Είναι εκτός της σκέψης μου.
Εσένα σε έχει χτυπήσει ποτέ κανείς;
Ναι.
Πώς αντέδρασες;
Με ηρεμία. Περίμενα να τελειώσει.
Τι εννοείς; 
Ήμουνα στο Παρίσι και γινόταν μια διαδήλωση. Υπήρχε πολύς κόσμος, πολλά νεύρα, κάποιοι είχαν βγάλει τα κράνη τους, αυτά της μηχανής, και βαρούσαν όπου έβρισκαν. Με πλησιάζει ένας και μου δίνει μία γκντουπ στο κεφάλι. Και επειδή δεν κουνήθηκα, μου ρίχνει άλλη μία. Και δυο και τρεις.
Και εσύ περίμενες να τελειώσει;
Ε, τι να κάνω; Δεν ήξερα και καλά γαλλικά για να πω κάτι! (γέλια)

 «Τον Δεκέμβρη ναι, γίνανε και ζημιές. Αλλά είναι σαν να μου λες ''κατεβαίνει ένα ποτάμι, σε ενοχλεί που πήρε σβάρνα και ένα αυτοκίνητο;''. Όταν φτάσει η κοινωνία να δημιουργεί ένα ποτάμι, μην απορεί μετά για το αυτοκίνητο που χάθηκε».

Υπάρχει ένα δημόσιο πρόσωπο που το εμπιστεύεσαι απόλυτα; Να πιστεύεις δηλαδή ότι λέει πάντα την αλήθεια;
(σκέφτεται) …Δε βρίσκω κάποιον. Ο Χατζιδάκις ήταν ο τελευταίος. Ήξερα πως ό,τι πει είναι αλήθεια. Σήμερα οι πνευματικοί άνθρωποι, οι αληθινοί άνθρωποι, έχουν αποσυρθεί. Κουράστηκαν; Βαρέθηκαν; Απελπίστηκαν; Δεν ξέρω.
Θα πήγαινες καλεσμένος στην εκπομπή της Τατιάνας ή της Λαμπίρη;
Με έχεις δει;
Θα έκανες διαφήμιση για μια τράπεζα; Όπως κάνει, ας πούμε, ο Χαραλαμπόπουλος ή η Πρωτοψάλτη;
Ο καθένας κάνει αυτό που νομίζει. Εγώ είμαι αρνητικός με οποιαδήποτε διαφήμιση.
Γιατί;
Γιατί (ειδικά με τους «Δέκα Μικρούς Μήτσους», αλλά και τώρα) δε θέλω να ταυτιστεί ένας χαρακτήρας μου με ένα προϊόν. Είναι πολύ βασικό αυτό. Πολλές φορές κάνεις μια τηλεοπτική επιτυχία και θες να την εξαργυρώσεις παντού. Αυτό δεν το έκανα ποτέ. Γι’ αυτό και διαφυλάχτηκαν οι χαρακτήρες των Μήτσων. Δεν ήθελα να συνδυαστεί η μάνα, ας πούμε, με αυτήν που τρώει το γιαούρτι.
Σαν Λάκης Λαζόπουλος όμως θα διαφήμιζες ένα εμπορικό προϊόν; 
Αν ήταν ένα προϊόν σημαντικό, που θα μπορούσα να το υπερασπιστώ, ναι.
Μια τράπεζα;
Αν η τράπεζα έβγαινε κι έλεγε στον κόσμο «Σας χαρίζω τα μισά απ’ αυτά που χρωστάτε», θα το ‘κανα! (γέλια)
Εσύ χρωστάς σε καμιά τράπεζα;
Όχι.
Ένας ομοφυλόφιλος πολιτικός πρέπει να δηλώνει ανοιχτά την ομοφυλοφιλία του,

σαν πολιτική πράξη; Στο εξωτερικό το κάνουν συχνά, στην Ελλάδα δεν έχει συμβεί ποτέ.
Και θ’ αργήσει να συμβεί!
Πιστεύεις ότι θα ‘πρεπε να το δηλώνουν;
Ναι, γιατί έτσι προχωράει ο τόπος. Αλλά, επειδή ξέρω τους Έλληνες, πιστεύω ότι θα ‘πρεπε την άλλη μέρα να ξεχάσει την καριέρα του. Από ομοφυλόφιλος πολιτικός, θα γίνει ομοφυλόφιλος σκέτο! (γέλια)
Υπάρχει έντυπο στο οποίο δε θα έδινες συνέντευξη;
Όπου δε θέλω να δώσω, δεν έχω δώσει.
Στο «Πρώτο Θέμα» έδωσες;
Ναι.
Δε σ’ ενοχλεί που το ίδιο έντυπο είχε βγάλει τον Ζαχόπουλο με γυμνές φωτογραφίες;
Σε όλες τις εφημερίδες υπάρχουν πράγματα που μ’ έχουν ενοχλήσει.
Ναι, αλλά όχι στον ίδιο βαθμό φαντάζομαι.
Τι θα πει βαθμός;
Στην Espresso θα έδινες συνέντευξη;
Δεν έχει λογική να απαντήσω σ’ αυτή την ερώτηση, μα τον Θεό τώρα! Νομίζω ότι έχω απαντήσει με το τι κάνω στη ζωή μου.
Είσαι υπέρ της αποποινικοποίησης του χασίς;
Νομίζω ότι η ελληνική κοινωνία είναι έτοιμη για κάτι τέτοιο.
Εσένα ποια είναι η θέση σου;
Νομίζω ότι έχει παρατραβήξει αυτή η υποκρισία. Εγώ κάνω μια ερώτηση: Υπάρχει σήμερα ένας άνθρωπος που να θέλει να βρει χασίς και να μην το βρίσκει επειδή είναι παράνομο; Όχι. Άρα το ερώτημα έχει ήδη απαντηθεί. Απομένει να ‘ρθει και η σχετική νομοθεσία.
Αν ήσουν μαθητής, θα κατέβαινες στους

δρόμους μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου;
Θα σου δώσω την απάντηση που έδωσα τότε που ήταν πιο επικίνδυνα τα πράγματα. Είχαν έρθει κάποιοι και μου είπαν «Έχουν κατέβει οι μαθητές, γιατί δεν τους συνετίζετε;». Και είπα «Αν ήρθατε σε μένα για να τους σταματήσω, έχω να σας πω ότι εγώ ούτε εκπροσωπώ τους νέους, ούτε τους συμβουλεύω, ούτε θα ήθελα αν ήμουν νέος να μου τη λένε και να μου δίνουν οδηγίες τι να κάνω». Εγώ θεωρώ ότι ένα παιδί από μικρή ηλικία έχει συναίσθηση του τι πρέπει να κάνει για τον εαυτό του και για τον τόπο του. Είναι δικός του ο λόγος. Εγώ ακούω.
Πώς τον κρίνεις τον 15χρονο που πετάει την πέτρα και σπάει μια βιτρίνα;
Ξέρω ότι δεν είναι ευχάριστο για τον κόσμο να αισθάνεται ότι κάποια παιδιά καταστρέφουν την περιουσία του. Όμως απ’ την άλλη, καταλαβαίνω ότι σε μία κοινωνική έκρηξη απελευθερώνονται αισθήματα που δεν έχουν να κάνουν με τη λογική. Εκείνη τη στιγμή χάνεται το μέτρο. Είναι σαν να μου λες «κατεβαίνει ένα ποτάμι, σε ενοχλεί που πήρε σβάρνα κι ένα αυτοκίνητο;». Η απάντηση λοιπόν είναι ότι όταν φτάσει η κοινωνία να δημιουργεί ένα ποτάμι, μην απορεί μετά για το αυτοκίνητο που χάθηκε. Λυπάμαι, αλλά έτσι συμβαίνει όταν φουσκώνουν τα ποτάμια.
Μπορεί να βγει κάτι θετικό απ’ αυτή την ιστορία;
Θα βρει τον τρόπο και αυτή η γενιά να διατυπώσει αυτό που πιστεύει. Η δική μου γενιά το διατύπωσε.
Μετά όμως τα σκάτωσε!
Σχεδόν όλες οι γενιές τα σκάτωσαν μετά. Γι’ αυτό και ποντάρουμε στους νέους, γιατί ο νέος πριν μεγαλώσει σκέφτεται καλύτερα. Το κακό είναι ότι μεγαλώνει!